Κυστική Ίνωση και Εγκυμοσύνη: όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε

Ο ρόλος της θρομβοφιλίας στην κύηση 800x600
Ο ρόλος της Θρομβοφιλίας στην κύηση
18 Φεβρουαρίου, 2019
Μπορούμε να βελτιώσουμε τις πιθανότητες σύλληψης το καλοκαίρι;
1 Ιουλίου, 2019
Η Κυστική Ίνωση ή αλλιώς Ινοκυστική νόσος (Κυστική Ινώδης Νόσος) προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο CFTR και αποτελεί την πιο συχνή κληρονομική πάθηση της λευκής φυλής που επιφέρει τον θάνατο σε νεαρή ηλικία. Η Κυστική Ίνωση δεν είναι μεταδοτική νόσος, αλλά κληρονομική. Για να νοσήσει κάποιος πρέπει να έχει δύο γονίδια παθολογικά τα οποία κληρονομεί και από τους δύο γονείς του που είναι φορείς της νόσου, χωρίς να το γνωρίζουν. Άτομα που παρουσιάζουν βλάβη σε ένα από τα δύο χρωμοσώματα του γονιδίου είναι φορείς και δεν πάσχουν. Η συχνότητα γέννησης πασχόντων παιδιών είναι στην Ελλάδα 1/2500 νεογέννητα περίπου. Αν παντρευτούν δύο φορείς της νόσου, η πιθανότητα να γεννηθεί παιδί με Κυστική Ίνωση είναι 1 στις 4. Οι φορείς είναι απόλυτα υγιείς, χωρίς κλινικά συμπτώματα, ενώ το γονίδιο είναι σχετικά μεγάλο σε μέγεθος με πάρα πολλές πιθανές μεταλλάξεις. Ο μόνος τρόπος να αναγνωρισθούν οι φορείς είναι με τον μοριακό γενετικό έλεγχο (ανίχνευση μεταλλάξεων στο γονίδιο CFTR). Γι' αυτόν το λόγο θεωρείται πλέον απαραίτητος ο γενετικός έλεγχος μεταλλάξεων Κυστικής Ίνωσης στα ζευγάρια πριν την τεκνοποίηση. Συνήθως, ελέγχεται πρώτα η μητέρα, πριν ή πολύ νωρίς στην κύηση. Κύριο χαρακτηριστικό της νόσου είναι η παραγωγή ιδιαίτερα πυκνής βλέννης, η οποία φράσσει τα διάφορα όργανα και πόρους του σώματος, κυρίως τους πνεύμονες και το πάγκρεας, με αποτέλεσμα την βαριά παγκρεατική ανεπάρκεια από πολύ μικρή ηλικία και την εμφάνιση σοβαρών χρόνιων αναπνευστικών λοιμώξεων που σταδιακά καταστρέφουν τους πνεύμονες και οδηγούν τον ασθενή σε αναπνευστική ανεπάρκεια και θάνατο. Η ασθένεια πλήττει πολλά άλλα όργανα του σώματος, όπως το ήπαρ με τη δημιουργία κίρρωσης, τους παραρρίνιους κόλπους με την εμφάνιση πολυπόδων και παραρρινικολπιτιδας από πολύ μικρή ηλικία, τα οστά και τις αρθρώσεις με την ανάπτυξη ρευματοειδούς αρθρίτιδας, οστεοπενίας και οστεοπόρωσης, το γεννητικό σύστημα στους άνδρες , οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας, τα έντερα με την δημιουργία ειλεού και τους ιδρωτοποιούς αδένες. Λόγω της παγκρεατικής ανεπάρκειας, οι ασθενείς δύσκολα βάζουν βάρος, ενώ συχνά εμφανίζουν και σακχαρώδη διαβήτη. ΠΩΣ ΜΕΤΑΔΙΔΕΤΑΙ Η ΝΟΣΟΣ Η Κυστική Ίνωση είναι κληρονομικό νόσημα που οφείλεται σε ποικιλία μεταλλάξεων στο γονίδιο του ρυθμιστή της διαμεμβρανικής αγωγιμότητας της Κυστικής Ίνωσης (CFTR) ,το οποίο βρίσκεται στο χρωμόσωμα 7. Έχουν περιγράφει πάνω από χίλιες μεταλλάξεις που επηρεάζουν το CFTR γονίδιο με διαφορετικούς τρόπους. Λόγω, λοιπόν, του μεγάλου αριθμού αλλά και της διαφορετικής συχνότητας των μεταλλάξεων στους διάφορους πληθυσμούς/ εθνότητες, είναι σχεδόν αδύνατο να σχεδιαστεί μια συγκεκριμένη ομάδα-αριθμός μεταλλάξεων που θα ελέγχονται παγκοσμίως. Για το λόγο αυτό, εφαρμόζουμε σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τον έλεγχο φορέων των μεταλλάξεων του γονιδίου, καλύπτοντας ποσοστό τουλάχιστον 85% του συνόλου των μεταλλάξεων του Ελληνικού πληθυσμού. Η πιο κοινή μετάλλαξη CFTR είναι η F508del ,η οποία ανιχνεύεται σε περίπου 54% των φορέων με Κυστική Ίνωση στην Ελλάδα. Για να νοσήσει κάποιος πρέπει να έχει δύο παθολογικά γονίδια τα οποία κληρονομεί και από τους δύο γονείς του, οι οποίοι είναι φορείς της νόσου, χωρίς να το γνωρίζουν! Αν παντρευτούν δύο φορείς της νόσου , η πιθανότητα να γεννηθεί το παιδί με Κυστική Ίνωση είναι 1 στις 4 ή 25%. Σημείωση: σχετικά με την εξέταση της Κυστικής Ίνωσης δεν ελέγχουμε απευθείας το έμβρυο, κάτι το οποίο ισχύει και για τα περισσότερα γενετικά νοσήματα. ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΝΟΣΟΥ a. Με εξέταση ιδρώτα: Ο γιατρός μπορεί να προγραμματίσει εξέταση ιδρώτα στο βρέφος αν υποψιάζεται Κυστική Ίνωση από τα κλινικά συμπτώματα. Αυτή η εξέταση μετρά την ποσότητα του άλατος (χλωριούχο νάτριο) στον ιδρώτα του δέρματος. Τα άτομα με Κυστική Ίνωση έχουν υψηλά επίπεδα άλατος στον ιδρώτα. b. Με γενετική εξέταση: Η γενετική εξέταση είναι απαραίτητη για την επιβεβαίωση της διάγνωσης. Χρησιμοποιείται είτε δείγμα κυτταρικού επιχρίσματος από την παρειά είτε δείγμα περιφερικού αίματος και πραγματοποιείται μοριακός έλεγχος για την ανίχνευση των μεταλλάξεων του γονιδίου της Κυστικής Ίνωσης. Ο συνήθης μοριακός έλεγχος περιλαμβάνει την ανίχνευση 36 μεταλλάξεων στο γονίδιο της Κυστικής Ίνωσης που καλύπτει το 74% των μεταλλάξεων που εμφανίζονται στον Ελληνικό πληθυσμό. Μπορεί να πραγματοποιηθεί και διευρυμένος γενετικός έλεγχος που να καλύπτει το 85% των μεταλλάξεων που εμφανίζονται στον Ελληνικό πληθυσμό ή ακόμα και να γίνει έλεγχος σε όλο το γονίδιο της Κυστικής Ίνωσης. ΠΡΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ Ο προγεννητικός έλεγχος του εμβρύου για γενετικό έλεγχο Κυστικής Ίνωσης πραγματοποιείται κατά την διάρκεια της κύησης με τη λήψη δείγματος χοριακών λαχνών (13η εβδομάδα κύησης) ή με την λήψη αμνιακού υγρού (18η- 20η εβδομάδα κύησης). Προγεννητικός έλεγχος για Κυστική Ίνωση συστήνεται σε ζευγάρια που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αποκτήσουν παιδί με τη νόσο, όπως όταν a. οι γονείς είναι φορείς της γνωστής μετάλλαξης της Κυστικής 'Ίνωσης, b. υπάρχει ιστορικό στο ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον πάσχοντα ατόμου αλλά c. και σε περιστατικά με υπερηχογραφικά ευρήματα (υπερηχογενές έντερο). Στον προγεννητικό έλεγχο και ειδικά σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου, όπως έμβρυο φορέας F508del ή υπερηχογενές έντερο, τότε είναι επιθυμητό να γίνει άμεσα ο έλεγχος των γονέων και όχι του εμβρύου που να καλύπτει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό μεταλλάξεων. Σε περίπτωση, που και οι δύο γονείς είναι φορείς, τότε μόνον απαιτείται και ο έλεγχος του εμβρύου, το οποίο έχει 25% πιθανότητα να πάσχει. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ • 1/700 ζευγάρια είναι και οι δύο φορείς της νόσου με 25% πιθανότητα να έχουν πάσχοντα παιδιά. • Σε περίπτωση που έχει εξετασθεί μόνο η μητέρα και δεν φέρει κάποια εκ των μεταλλάξεων της νόσου, τότε οι πιθανότητες να γεννηθεί πάσχον παιδί είναι 1/17000 • Αν στη μητέρα βρεθεί μετάλλαξη του γονιδίου CFTR τότε οι πιθανότητες να γεννηθεί πάσχον παιδί, χωρίς να έχει εξετασθεί ο πατέρας, είναι 1/100. Αν ο πατέρας εξετασθεί o με 85% ανίχνευση και δεν βρεθεί μετάλλαξη, ο κίνδυνος να γεννηθεί πάσχον παιδί μειώνεται στα 1/700. o με 99% ανίχνευση και δεν βρεθεί μετάλλαξη, τότε ο κίνδυνος μειώνεται ακόμα περισσότερο, με πιθανότητα να πάσχει το παιδί από την νόσο 1/4000. Με την ευγενική χορηγία - τoυ Κέντρου Αναλύσεων και Έρευνας Γενετικής και Μοριακής Βιολογίας LIFE CODE - του Διαγνωστικού Κέντρου Γενετικής InterGenetics

Η Κυστική Ίνωση ή αλλιώς Ινοκυστική νόσος (Κυστική Ινώδης Νόσος) προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο CFTR και αποτελεί την πιο συχνή κληρονομική πάθηση της λευκής φυλής που επιφέρει τον θάνατο σε νεαρή ηλικία. Η Κυστική Ίνωση δεν είναι μεταδοτική νόσος, αλλά κληρονομική. Για να νοσήσει κάποιος πρέπει να έχει δύο γονίδια παθολογικά τα οποία κληρονομεί και από τους δύο γονείς του που είναι φορείς της νόσου, χωρίς να το γνωρίζουν. Άτομα που παρουσιάζουν βλάβη σε ένα από τα δύο χρωμοσώματα του γονιδίου είναι φορείς και δεν πάσχουν. Η συχνότητα γέννησης πασχόντων παιδιών είναι στην Ελλάδα 1/2500 νεογέννητα περίπου.

Αν παντρευτούν δύο φορείς της νόσου, η πιθανότητα να γεννηθεί παιδί με Κυστική Ίνωση είναι 1 στις 4. Οι φορείς είναι απόλυτα υγιείς, χωρίς κλινικά συμπτώματα, ενώ το γονίδιο είναι σχετικά μεγάλο σε μέγεθος με πάρα πολλές πιθανές μεταλλάξεις. Ο μόνος τρόπος να αναγνωρισθούν οι φορείς είναι με τον μοριακό γενετικό έλεγχο (ανίχνευση μεταλλάξεων στο γονίδιο CFTR). Γι’ αυτόν το λόγο θεωρείται πλέον απαραίτητος ο γενετικός έλεγχος μεταλλάξεων Κυστικής Ίνωσης στα ζευγάρια πριν την τεκνοποίηση. Συνήθως, ελέγχεται πρώτα η μητέρα, πριν ή πολύ νωρίς στην κύηση. Κύριο χαρακτηριστικό της νόσου είναι η παραγωγή ιδιαίτερα πυκνής βλέννης, η οποία φράσσει τα διάφορα όργανα και πόρους του σώματος, κυρίως τους πνεύμονες και το πάγκρεας, με αποτέλεσμα την βαριά παγκρεατική ανεπάρκεια από πολύ μικρή ηλικία και την εμφάνιση σοβαρών χρόνιων αναπνευστικών λοιμώξεων που σταδιακά καταστρέφουν τους πνεύμονες και οδηγούν τον ασθενή σε αναπνευστική ανεπάρκεια και θάνατο.

Η ασθένεια πλήττει πολλά άλλα όργανα του σώματος, όπως το ήπαρ με τη δημιουργία κίρρωσης, τους παραρρίνιους κόλπους με την εμφάνιση πολυπόδων και παραρρινικολπιτιδας από πολύ μικρή ηλικία, τα οστά και τις αρθρώσεις με την ανάπτυξη ρευματοειδούς αρθρίτιδας, οστεοπενίας και οστεοπόρωσης, το γεννητικό σύστημα στους άνδρες , οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας, τα έντερα με την δημιουργία ειλεού και τους ιδρωτοποιούς αδένες. Λόγω της παγκρεατικής ανεπάρκειας, οι ασθενείς δύσκολα βάζουν βάρος, ενώ συχνά εμφανίζουν και σακχαρώδη διαβήτη.

ΠΩΣ ΜΕΤΑΔΙΔΕΤΑΙ Η ΝΟΣΟΣ

Η Κυστική Ίνωση είναι κληρονομικό νόσημα που οφείλεται σε ποικιλία μεταλλάξεων στο γονίδιο του ρυθμιστή της διαμεμβρανικής αγωγιμότητας της Κυστικής Ίνωσης (CFTR) ,το οποίο βρίσκεται στο χρωμόσωμα 7. Έχουν περιγράφει πάνω από χίλιες μεταλλάξεις που επηρεάζουν το CFTR γονίδιο με διαφορετικούς τρόπους. Λόγω, λοιπόν, του μεγάλου αριθμού αλλά και της διαφορετικής συχνότητας των μεταλλάξεων στους διάφορους πληθυσμούς/ εθνότητες, είναι σχεδόν αδύνατο να σχεδιαστεί μια συγκεκριμένη ομάδα-αριθμός μεταλλάξεων που θα ελέγχονται παγκοσμίως. Για το λόγο αυτό, εφαρμόζουμε σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τον έλεγχο φορέων των μεταλλάξεων του γονιδίου, καλύπτοντας ποσοστό τουλάχιστον 85% του συνόλου των μεταλλάξεων του Ελληνικού πληθυσμού. Η πιο κοινή μετάλλαξη CFTR είναι η F508del ,η οποία ανιχνεύεται σε περίπου 54% των φορέων με Κυστική Ίνωση στην Ελλάδα. Για να νοσήσει κάποιος πρέπει να έχει δύο παθολογικά γονίδια τα οποία κληρονομεί και από τους δύο γονείς του, οι οποίοι είναι φορείς της νόσου, χωρίς να το γνωρίζουν! Αν παντρευτούν δύο φορείς της νόσου , η πιθανότητα να γεννηθεί το παιδί με Κυστική Ίνωση είναι 1 στις 4 ή 25%.

Σημείωση: σχετικά με την εξέταση της Κυστικής Ίνωσης δεν ελέγχουμε απευθείας το έμβρυο, κάτι το οποίο ισχύει και για τα περισσότερα γενετικά νοσήματα.

ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΝΟΣΟΥ

  1. Με εξέταση ιδρώτα: Ο γιατρός μπορεί να προγραμματίσει εξέταση ιδρώτα στο βρέφος αν υποψιάζεται Κυστική Ίνωση από τα κλινικά συμπτώματα. Αυτή η εξέταση μετρά την ποσότητα του άλατος (χλωριούχο νάτριο) στον ιδρώτα του δέρματος. Τα άτομα με Κυστική Ίνωση έχουν υψηλά επίπεδα άλατος στον ιδρώτα.
  2. Με γενετική εξέταση: Η γενετική εξέταση είναι απαραίτητη για την επιβεβαίωση της διάγνωσης. Χρησιμοποιείται είτε δείγμα κυτταρικού επιχρίσματος από την παρειά  είτε δείγμα περιφερικού αίματος και πραγματοποιείται μοριακός έλεγχος για την ανίχνευση των μεταλλάξεων του γονιδίου της Κυστικής Ίνωσης.

Ο συνήθης μοριακός έλεγχος περιλαμβάνει την ανίχνευση 36 μεταλλάξεων στο γονίδιο της Κυστικής Ίνωσης που καλύπτει το 74% των μεταλλάξεων που εμφανίζονται στον Ελληνικό πληθυσμό.

Μπορεί να πραγματοποιηθεί και διευρυμένος γενετικός έλεγχος που να καλύπτει το 85% των μεταλλάξεων που εμφανίζονται στον Ελληνικό πληθυσμό ή ακόμα και να γίνει έλεγχος σε όλο το γονίδιο της Κυστικής Ίνωσης.

ΠΡΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

Ο προγεννητικός έλεγχος του εμβρύου για γενετικό έλεγχο Κυστικής Ίνωσης πραγματοποιείται κατά την διάρκεια της κύησης με τη λήψη δείγματος χοριακών λαχνών (13η εβδομάδα κύησης) ή με την λήψη αμνιακού υγρού (18η- 20η εβδομάδα κύησης). Προγεννητικός έλεγχος για Κυστική Ίνωση συστήνεται σε ζευγάρια που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αποκτήσουν παιδί με τη νόσο, όπως όταν

  1. οι γονείς είναι φορείς της γνωστής μετάλλαξης της Κυστικής ‘Ίνωσης,
  2. υπάρχει ιστορικό στο ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον πάσχοντα ατόμου αλλά
  3. και σε περιστατικά με υπερηχογραφικά ευρήματα (υπερηχογενές έντερο).

Στον προγεννητικό έλεγχο και ειδικά σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου, όπως έμβρυο φορέας  F508del ή υπερηχογενές έντερο, τότε είναι επιθυμητό να γίνει άμεσα ο έλεγχος των γονέων και όχι του εμβρύου που να καλύπτει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό μεταλλάξεων. Σε περίπτωση, που και οι δύο γονείς είναι φορείς, τότε μόνον απαιτείται και ο έλεγχος του εμβρύου, το οποίο έχει 25% πιθανότητα να πάσχει.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

  • 1/700 ζευγάρια είναι και οι δύο φορείς της νόσου με 25% πιθανότητα να έχουν πάσχοντα παιδιά.
  • Σε περίπτωση που έχει εξετασθεί μόνο η μητέρα και δεν φέρει κάποια εκ των μεταλλάξεων της νόσου, τότε οι πιθανότητες να γεννηθεί πάσχον παιδί είναι 1/17000
  • Αν στη μητέρα βρεθεί μετάλλαξη του γονιδίου CFTR τότε οι πιθανότητες να γεννηθεί πάσχον παιδί, χωρίς να έχει εξετασθεί ο πατέρας, είναι 1/100. Αν ο πατέρας εξετασθεί
  • με 85% ανίχνευση και δεν βρεθεί μετάλλαξη, ο κίνδυνος να γεννηθεί πάσχον παιδί μειώνεται στα 1/700.
  • με 99% ανίχνευση και δεν βρεθεί μετάλλαξη, τότε ο κίνδυνος μειώνεται ακόμα περισσότερο, με πιθανότητα να πάσχει το παιδί από την νόσο 1/4000.

Με την ευγενική χορηγία

  • τoυ Κέντρου Αναλύσεων και Έρευνας Γενετικής και Μοριακής Βιολογίας LIFE CODE

του Διαγνωστικού Κέντρου Γενετικής InterGenetics

Φραγκουλίδης Μιχάλης
GreekEnglish