Η γονιμότητα είναι ένα ζήτημα που απασχολεί την ανθρώπινη φύση από αρχαιοτάτων χρόνων και σκοπός είναι η διατήρηση αλλά και προφύλαξη αυτής από ενδογενείς ή εξωγενείς παράγοντες που μπορεί να την βλάψουν ή ακόμα και να μας την στερήσουν. Τα αίτια λοιπόν της γυναικείας υπογονιμότητας που είναι σε θέση να την επηρεάσουν αρνητικά και να την αναστρέψουν είναι τα εξής:
Ηλικία
Η ηλικία παίζει σημαντικό ρόλο στη δυνατότητα της γυναίκας να καταφέρει να κυοφορήσει αλλά και να τεκνοποιήσει. Η γονιμότητα της γυναίκας βρίσκεται στο ζενίθ της στα 20-25 έτη. Έως τα 35 έτη μειώνεται μεν αλλά με πολύ αργό ρυθμό και από την ηλικία των 35 και έπειτα παρατηρείται σημαντική μείωση, και αυτό γιατί επηρεάζεται αρνητικά η ποιότητα του ωαρίου καθώς αυξάνεται η πιθανότητα χρωμοσωμιακής ανωμαλίας στο έμβρυο που δημιουργείται και που τις περισσότερες φορές καθορίζεται από την γενετική κατεύθυνση του ωαρίου. Επιπρόσθετα, σε κάποιες περιπτώσεις είναι απαραίτητο να αναφέρουμε ότι η βιολογική ηλικία των ωοθηκών είναι διαφορετική από την ηλικία της γυναίκας με αποτέλεσμα πάρα το νεαρό της ηλικίας μιας κυρίας οι ωοθήκες της να είναι αρκετά «γερασμένες». Συχνά, αυτή η κατάσταση οδηγεί σε πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια (πρόωρη εμμηνόπαυση).
Ενδομητρίωση
Η Ενδομητρίωση, η οποία επηρεάζει πολλές γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία,
αποτελεί την παρουσία κυττάρων του ενδομήτριου (ενδομήτριο είναι ο εσωτερικός χιτώνας της μήτρας) σε έκτοπες θέσεις. Τέτοιες θέσεις μπορεί να είναι το τοίχωμα της μήτρας (αδενομύωση), οι ωοθήκες, το περιτόναιο, η κοιλιακή χώρα, όπως επίσης σε πιο σπάνιες περιπτώσεις η ουροδόχος κύστη, το τοίχωμα του εντέρου κ.λπ. Τα ακριβή αίτια της καλοήθους αυτής νόσου δεν είναι απολύτως γνωστά. Ίσως προέρχονται από κάποια γενετική προδιάθεση, διαταραχές του ανοσοποιητικού ή κάποιο παθολογικό γεγονός το οποίο προέκυψε κατά τη διάρκεια της ζωής της γυναίκας. Η ενδομητρίωση, συνήθως, εκδηλώνεται με δυσπαρευνία (έντονος πόνος κατά τη σεξουαλική συνεύρεση), δυσμηνόρροια (έντονος πόνος κατά τη διάρκεια της περιόδου), ενώ πολλές φορές κάνει εμφανή την παρουσία της με την εμφάνιση κάποιας κύστης στις ωοθήκες. Ιδιαίτερα ανησυχητική χαρακτηρίζεται η πρώιμη εμφάνιση της σε νεαρά κορίτσια, όπου χρήζει υψίστης προσοχής, αξιολόγησης του βαθμού της αλλά και αντιμετώπισης της, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που κρίνεται αναγκαία η χειρουργική επέμβαση, ώστε να μην επηρεαστεί η δυναμική της ωοθήκης να παράγει ωοθυλάκια και συνεπώς η γονιμότητα της. Η διαγνωστική λαπαροσκόπηση βάζει τη διάγνωση, σε τέτοιες περιπτώσεις, τις περισσότερες φορές.
Λοιμώξεις της πυέλου (λοιμώξεις των εσωτερικών γεννητικών οργάνων)
Η διάγνωση της καθίσταται δύσκολη λόγω της ποικιλίας των συμπτωμάτων. Ελάχιστες είναι οι γυναίκες που έχουν ακουστά τη λεγόμενη φλεγμονώδη νόσο της πυέλου (PID), μια γυναικολογική πάθηση που συνδέεται με την υπογονιμότητα και την έκτοπη κύηση. Τα συμπτώματα της είναι ήπια ή και ανύπαρκτα πολλές φορές και αποτελεί λοίμωξη η οποία επηρεάζει αρνητικά και ίσως επικίνδυνα τη μήτρα (με την δημιουργία ενδομητρίτιδας ή συμφύσεων στην μητρική κοιλότητα) – η Υστεροσκόπηση μπορεί να διακρίνει τέτοιες καταστάσεις και η βιοψία της μητρικής κοιλότητας – , τις σάλπιγγες (με την εμφάνιση σαλπιγγίτιδας ή υδροσάλπιγγας που μπορεί κάποιος να διαγνώσει με την γυναικολογική αμφίχειρη εξέταση, καλλιέργεια κολπικών τραχηλικών υγρών, ένα απλό ενδοκολπικό υπερηχογράφημα, αλλά και την υστεροσαλπιγγογραφία) καθώς και ολόκληρο αναπαραγωγικό σύστημα της γυναίκας. Σε αυτό το σημείο, πρέπει να τονίσουμε κάτι που δεν γνωρίζουν οι περισσότερες γυναίκες, ότι η υστεροσαλπιγγογραφία ελέγχει μόνο τη βατότητα των σαλπίγγων και όχι την λειτουργικότητα τους.
Πολλοί είναι οι παθογόνοι μικροοργανισμοί που ευθύνονται για την εμφάνιση της λοίμωξης αυτής, με κυριότερο υπαίτιο αυτών τα χλαμύδια. Για το λόγο αυτό, ποτέ μην ξεχνάτε αν ενημερώνεται και να συμβουλεύεστε το γιατρό σας σε περίπτωση εμφάνισης επίμονων και ανεξήγητων συμπτωμάτων.
Επεμβάσεις των ωοθηκών
Η επέμβαση στις ωοθήκες προκύπτει σε περιπτώσεις εμφάνισης κυστών στις ωοθήκες. Οι χειρουργικές επεμβάσεις των ωοθηκών-σαλπίγγων-μήτρας γίνεται συνήθως Λαπαροσκοπικά (πολύ πιο σπάνια με μικρή υπερηβική τομή) κυρίως, για κύστες στην ωοθήκη. Σε αυτή την περίπτωση η αφαίρεση τους πρέπει να γίνει πολύ προσεκτικά, με σκοπό την αποφυγή αφαίρεσης τμήματος της ωοθήκης, που μπορεί να ελαττώσει τον αριθμό των ωοθυλακίων που βρίσκονται σε αυτήν, ενώ ιδιαίτερης ικανότητας χρήζει η εφαρμογή της διαθερμίας αφού είναι και αυτή ικανή να καταστρέψει μεγάλο αριθμό ωοθυλακίων. Επεμβάσεις που αφορούν σάλπιγγες (σαλπιγγεκτομή) ή εκπυρήνιση ινομυωμάτων (ινομυωματεκτομή) είναι σε θέση να επηρεάσουν την σωστή αιμάτωση των ωοθηκών και, συνεπώς, την ανεπάρκεια και λειτουργικότητα τους να δημιουργήσουν ωοθυλάκια ή να ανταποκριθούν στην φαρμακευτική εξέλιξη διέγερσης τους προς σχηματισμό ωοθυλακίων.
Πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια
Σε μια γυναίκα με φυσιολογικό εμμηνορρυσιακό κύκλο, με την πάροδο του χρόνου παρατηρείται μείωση του αριθμού των ωαρίων, διαταραχή στις περιόδους της με λιγότερες ημέρες αιμορραγίας ή ελάττωση της ποσότητας του αίματος και, τέλος, μία μη αναστρέψιμη διακοπή του έμμηνου κύκλου της, γνωστή ως εμμηνόπαυση. Ως πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια ορίζεται η εμφάνιση των ανωτέρω δεδομένων σε γυναίκες πριν από την ηλικία των 40. Η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια οφείλεται είτε στην αδυναμία λειτουργίας των ωοθηκών είτε στην αδυναμία λειτουργιάς της υπόφυσης να παράγει φυσιολογικά επίπεδα αναπαραγωγικών ορμονών. Σημαντική σε μία τέτοια περίπτωση κρίνεται η ορμονική θεραπεία. Γυναίκες που έχουν οικογενειακό ιστορικό πρόωρης εμμηνόπαυσης ή κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα καλό θα ήταν να υποβληθεί σε υπερηχογραφικό έλεγχο για να αξιολογηθεί το μέγεθος των ωοθηκών και ο αριθμός των υπαρχόντων ανά κύκλο ωοθυλακίων. Η μέτρηση της FSH (ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη), LH, E2 και της AMH είναι χρήσιμη και σε συνδυασμό με τα ευρήματα του υπερήχου θα θέσουν την διάγνωση.
Δυσπλασίες μήτρας (όπως δίκερος, τοξοειδής, μονόκερος μήτρα, κ.α.)
Οι συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας διαμορφώνονται κατά τη διάρκεια σχηματισμού των γεννητικών οργάνων ήδη από την εμβρυϊκή ζωή. Οι ανωμαλίες αυτές αφορούν διαφοροποιήσεις στη δομή και την κατασκευή της μήτρας, και έχουν να κάνουν τόσο με την εξωτερική όσο και με την εσωτερική της μορφή.
Οι δυσπλασίες αυτές αποτελούν σημαντική πάθηση του γεννητικού συστήματος καθώς επηρεάζουν άμεσα και σημαντικά τη γονιμότητα. Τις περισσότερες φορές είναι εύκολο να γίνουν αντιληπτές καθώς σχετίζονται έντονα με τα συμπτώματα της περιόδου ή μπορούν να πέσουν στην αντίληψη του γυναικολόγου μέσα από ένα υπερηχογράφημα των έσω γεννητικών οργάνων ή μέσα από μια υστεροσαλπιγγογραφία. Η διαγνωστική λαπαροσκόπηση σε συνδυασμό με την υστεροσκόπηση θέτουν με ακρίβεια τη διάγνωση.
Υπάρχουν πολλά είδη δυσπλασιών της μήτρας και το κάθε ένα από αυτά έχει διαφορετική βαρύτητα και επηρεάζει με το δικό του τρόπο τη ζωή και τη μελλοντική τεκνοποίηση μιας γυναίκας.
Σαλπιγγίτιδα
Σε περίπτωση βλάβης ή καταστροφής των σαλπίγγων όχι μόνο το σπέρμα αδυνατεί να φτάσει στο ωάριο αλλά και το γονιμοποιημένο έμβρυο δε μπορεί να φτάσει στη μήτρα για να εμφυτευθεί, να αναπτυχθεί και να εξελιχθεί σε εγκυμοσύνη. Οι αιτίες για τις βλάβες στις σάλπιγγες ή την απόφραξη αυτών εντοπίζονται σε φλεγμονή των σαλπίγγων (σαλπιγγίτιδα, η οποία προκαλείται από Χλαμύδια και σπανιότερα από Βλεννόρροια), προηγούμενη έκτοπη κύηση όπου ένα γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται και αρχίζει να αναπτύσσεται στη σάλπιγγα αντί στη μήτρα ή προηγούμενη χειρουργική επέμβαση στην κοιλιακή χώρα ή την πύελο (κάτω μέρος κοιλιακής χώρας)
Διαταραχές περιόδου
Ο κύκλος της περιόδου είναι σημαντικός για την επίτευξη εγκυμοσύνης.
Ο κύκλος της περιόδου αποτελεί βασική προϋπόθεση όχι μόνο της ωορρηξίας αλλά και απαραίτητο για την προετοιμασία του ενδομήτριου, έτσι ώστε αυτό να είναι έτοιμο να δεχτεί το έμβρυο. Ένας συνήθης κύκλος περιόδου διαρκεί 28 μέρες, με την ωορρηξία να σημειώνεται από την 9η έως και 14η ημέρα του κύκλου.
Σε περιπτώσεις ακανόνιστου κύκλου είναι δύσκολο να καταστεί σημειώσημη η ωορρηξία με αποτέλεσμα τις κατευθυνόμενες επαφές, εφόσον δεν είναι εφικτός ο προσδιορισμός των γόνιμων ημερών.
Η πιο συχνή αιτία για ακανόνιστους κύκλους είναι το σύνδρομο Πολυκυστικών ωοθηκών, το οποίο χαρακτηρίζεται από την υπερπαραγωγή ανδρογόνων η οποία επηρεάζει την ωορρηξία και σχετίζεται με την υπόφυση και τις ωοθήκες. Οι διαταραχές της ωορρηξίας και το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών στοχοποιούνται επιπρόσθετα και για το ζήτημα της υπογονιμότητας στο 25% των ζευγαριών.